-
1 σταθερος
3устойчивый, неподвижныйσταθερὰ εὐδία Plat. — тихая погода, перен. безмятежный покой;σταθερὸν μέλαν Anth. — прочные чернила -
2 неподвижный
неподви́жн||ыйприл ἀκίνητος, ἀσάλευτος:\неподвижныйый взгляд τό ἀπλανές βλέμμα· \неподвижныйое лицо τό ἀπαθές πρόσωπο[ν]· быть \неподвижныйым μένω ἀκίνητος· \неподвижныйая цель воен. ὁ σταθερός στόχος. -
3 вал
I. 1. тех. о άξον/αςη άτρακτοςведущий - μετάδοσης κίνησης, κινητήριος -гребной - ελικοφόρος -, τελικός -гребной - с прерывистой облицовкой τελικός - με διακεκομμένη επένδυση (χιτώνια)дейдвудный - мор. τελικός - (στη χοάνη)жёсткий - άκαμπτος -, σταθερός -карданный – τύπου καρντάνкачающийся - η ταλαντούμενη άτρακτος, παρανεύων -коленчатый - на шариковых подшипниках στροφαλοφόρος - πάνω σε σφαιροτριβείςкулачковый - εκκεντροφόρος -, κνωδακοφόρος -- συστήματος μοχλών, η δευτερεύουσα άτρακτοςраспределительный - впускных (выпускных) клапанов κνωδακοφόρος - βαλβίδων εισαγωγής (εξαγωγής)трубчатый - σωληνωτός -, ενδο-ενωτικός -- ώσης(токарного станка) η βέργα/ράβδος πάσου του τόρνου2. (печатный) о κύλινδρος τυπογραφικού πιεστηρίου 3. (включающий) (тлф) ο μοχλός διακόπτηвращающийся - искателя ο περιστρεφόμενος μοχλός επιλογής.II.(земляная насыпь) το ανάχωμα, το ύψωμα.III.(высокая волна) το πανύψηλο/πολύ υψηλό κύμα της θάλασσας.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > вал
-
4 зажим
1. (устройство) о σφιγκτήρας- με βίδαмонтажный эл. - συναρμολόγησης2. эл. о ακροδέκτης 3. (струбцина, скоба) о σφιγκτήρας με κοχλία 4. (действие) το σφίξιμο, η σύσφιγξη.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > зажим
-
5 цилиндр
ο κύλινδρ/ος· *втулка - а το χιτώνιοη λαΐναнапр. в водяную рубашку τοποθετώ τον - ο σε χιτώνιο ύδατοςрасполагать - ы в ряд τοποθετώ τους - ους εν σειρά/σε σειράгидравлический - привода пресса с.-х. υδραυλικός - κίνησης πρέσαςкруговой - мат. κυκλικός ---печатный (по-лигр.) - εκτύπωσηςпрессующий мет. - συμπίεσης/πρεσαρίσματος- с водяной рубашкой (авто мех.) - με χιτώνιο ύδατοςтормозной - φρένου/πέδηςРусско-греческий словарь научных и технических терминов > цилиндр